Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

Πρόσωπα με ιστορία


Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Ευάγγελου Αναστ. Μπελεσάκου Η Γεωργία του Λάζο. Μια γυναίκα τυφλή. Σύμβολο του χωριού μας. Γνώριζε όλους και από το πέρασμα ακόμη. Πήγαινε μόνη της σε όλο το χωριό, χωρίς βοήθεια. Την γνώριζαν όλοι, ακόμη και ο σημερινός Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ιερώνυμος.

Μήτσος ο Τάκος. Μπακάλης και καφετζής. Κυρίως όμως κατασκευαστής ξύλινων βαρελιών κρασιού. Αυτοδίδακτος. Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιου είδους καλλιτέχνες. 

Ο Κίτσης [Χρήστος Κακοσαίος]. Ο απόλυτος άρχοντας της πλατείας. Καφετζής. Καφενείο [όνομα το ΚΕΝΤΡΙΚΟ], λέσχη παιχνιδιών, κουμ-καν, 21, αίθουσα κινηματογράφου, διοργανωτής πανηγυριών. Άνθρωπος για όλες τις δουλειές, όπως πληρωμή λογαριασμών ΟΤΕ, ΔΕΗ. ΟΓΑ. 

Ο Καζαμίας [Σπύρος Μακαλιάς]

Παρατσούκλι, επειδή έλεγε τον καιρό. Όλοι το ξέρανε ως Καζαμία και όχι ως Σπύρο. Χαρακτηριστικό το εικονοστάσι που είχε φτιάξει και το οποίο υπάρχει ακόμη και μνημονεύεται από όλους ως το εικονοστάσιο του Καζαμία. 

Ο Κατσώνης [Λάμπρος Λάμπρου].

Ήταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού όπου παιζότανε μια φορά την εβδομάδα ο κινηματογράφος. Σήμερα το σπίτι δεν υπάρχει. Ο εγγονός του και συνονόματος του παππού του, Λάμπρος, ανθυπολοχαγός του Μηχανικού, σκοτώθηκε σε υπηρεσιακό ατύχημα.

Λάζαρος Μιγκλής, Δημήτριος Παπανικολάου και Χρήστος Φουντάς.

Πρόεδροι, έφοροι, ποδοσφαιριστές άμισθοι, εθελοντές για περίπου είκοσι χρόνια του Αθλητικού Ομίλου Κορωνείας του Α.Ο.Κ. η αξία τους φάνηκε όταν αποχώρησαν. Διαλύθηκε η ομάδα.

Εδώ ισχύει αυτό: “Η αξία φαίνεται όχι όταν υπάρχεις αλλά όταν λείπεις. Προσωπικά τους εκτιμώ πολύ. 

Η γιαγιά η Στυλιανή.

Η γιαγιά η Στυλιανή είχε το περίπτερο στην πλατεία του χωριού. Δεν υπήρχε άνθρωπος του χωριού που να μην είχε περάσει από εκεί. Για τσιγάρα οι μεγάλοι και οι μικροί για παγωτά, για καραμέλες, ξερολούκουμο, για αυτοκόλλητα με φωτογραφίες ομάδων και πδοσφαιριστών. Ότι ψιλό είχαμε εκεί πήγαινε. 

Ο Μήτσος ο Λάζος. [Δημήτριος Μιγκλής]

Ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Πρόεδρος συνεταιρισμού, αποδέκτης παραγγελιών και άμεση εκτέλεση για αγορές στην Λειβαδιά, για φυτοφάρμακα, εργαλεία κ.α. όπως λέμε σήμερα ντελίβερι. Χαρακτηριστικό του ο στόλος από άλογα.

Η γιαγιά η Αγλαή. [Αγλαία Μπελεσάκου]

Η γιαγιά η Αγλαή εκτός από την εργατικότητα της [μεροκάματα στην Κωπαίδα] είχε και το σπίτι του εκάστοτε αγροτικού ιατρού όπου έμενε. Λειτουργούσε και το ιατρείο του χωριού. 

Ο Καίλας [Παναγιώτης Νάκος]

Ιδιοκτήτης και οδηγός φορρτηγού. Ο πρώτος μεταξύ όλων. Κάθε απόγευμα περιμέναμε πότε θα έρθει ο Καίλας με τους γονείς μας από την Κωπαίδα όπου δουλεύανε. Το αυτοκίνητου Μερσεντές. Δεν ήταν ο μοναδικός, υπήρχανε και άλλοι. Όλοι τον ήξεραν ως Καίλα, λίγοι ως Παναγιώτη. 

Σπύρος Τσακνιάς.

Ο μπάρμπα Σπύρος δούλευε ως Κλειδούχος στον ΣΕΚ {τώρα ΟΣΕ].κάθε ημέρα πήγαινε από το χωριό με τα πόδια στον σταθμό Ράχη, στο Καλάμι, όπου ήταν το πόστο του.όταν σχόλαγε, πίσω στο χωριό , πάλι με τα πόδια. Χαρακτηριστικό του μπάρμπα Σπύρου. Ήτανε ο καλύτερος άνθρωπος του χωριού. Το έχω ακούσει από πολλούς οι οποίοι τον γνώριζαν. Γιος των Κώστα και Νιάτσως Τσακνιά. Το σπίτι τους δίπλα στο σπίτι της γιαγιάς Αγλαής.

Ο Αντρίκος ο Τσάλιος [Ανδρέας Γεωργίου]

Ποιος μικρός την δεκαετία του 1960 δεν τον γνώριζε? Ο Σεφ του χωριού. Ο μάγειρας του συσσιτίου στο σχολείο. Ο πρώτος μάγειρας του χωριού σε γάμους, βαφτίσια ή άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις.

Ο Θανάσης Καλλίνωσης.

Όταν έλεγες Καλλίνωσης σήμαινε Αγοραίο, σήμερα ταξί. Ο πρώτος ταξιτζής του χωριού με το Μερσεντές. Ο μπάρμπα Θανάσης εκτός από τα τοπικά δρομολόγια [Λειβαδιά-χωριό] πήγαινε συχνά και στην Αθήνα [Αιγάλεω-Περιστέρι] μεταφέροντας συγχωριανούς αλλά και τρόφιμα, κυρίως λάδι, φαγώσιμα, φρούτα, σε Κορωνίτες που έμεναν εκεί. 

Ο Κώτσος ο Πήλιος.

Ιδιοκτήτης μπακάλικου στο χωριό. Τα είχε όλα. Ότι ήθελες. Φαγώσιμα, ρούχα, εργαλεία και είδη πρώτης ανάγκης. Όπως λέμε σήμερα. Πολυκατάστημα ή  Mall.

Ο μήτσος ο Τιμολέος [Δημήτριος Γεωργίου]

Τιμολέος από το όνμα του πατέρα του που είχε ταβέρνα στο χωριό. Η φίρμα του χωριού. Αυτοκίνητο με μεγάφωνο εξωτερικά και καθ’ οδόν τραγούδια με το πικ απ του αυτοκινήτου. Ζαγοραίος, Περπινιάδης κ.α. Αδυναμία του το κρασί και τα ψάρια, κυρίως τα κεφάλια από αυτά. Στο αυτοκίνητο του [τύπου ταξί] τους εύσωμους δεν τους έπαιρνε διότι πιάνανε δύο θέσεις, η τους έβαζε στη μέση, για ασφάλεια στις στροφές. Παρατσούκλι? Παλιάρης. 

Ο Γιακέτας.

Ο μπάρμπα Λουκάς ήτανε ιδιοκτήτης καφενείου στο χωριό. Ο πρώτος που έφερε, στο χωριό, ηλεκτρονικά παιχνίδια. Ήτανε και ταξιτζής. Ήξερε την Αθήνα όσο κανένας άλλος. 

Χρήστος Φουντάς-Τιμολεός-Καπετάνιος-Αργύρης Μπελεσάκος-Βαγγέλης Φουντάς.

Ιδιοκτήτες καφενείων [και ολίγο παντοπωλείων], ταβερνών [και ολίγο κρεοπωλείων]. Άνθρωποι λαικοί, της πιάτσας. Όλοι μας λείπουν. Ο κάθε ένας από αυτούς έχει την ιστορία του.

Ο Αποστόλης ο καλαντζής.

Ο κυρ Αποστόλης δεν ήταν Κορωνίτης. Ήτανε πρόσφυγας. Ήρθε στο χωριό από το Καρλόβασι της Σάμου, όπου είχε καταλήξει με την Μικρασιατική καταστροφή. Ήτανε γανωτής. Αδυναμία του τα καβούρια. Το χωριό τον αγάπησε

Ο παπά Λιάμης ο Βρακάς.

Ο παπάς σύμβολο του χωριού

Χαράλαμπος Βρακάς από το Κασκαβέλι Θηβών. Χρόνια παπάς στο χωριό. 

Ο Γραμματέας [Γεώργιος Παπαδημητρίου].

Χρόνια γραμματέας  στο χωριό, ο Γιώργος. Και ο τελευταίος Γραμματέας του χωριού. Χαρακτηριστικός άνθρωπος. Με το τσιγάρο και τον καφέ του στο γραφείο της Κοινότητας. Σε κανένα δεν χάλασε χατίρι και από κανένα δεν πήρε χρήματα. 

Ο Μήτσος ο Ντόσας [Δημήτριος Φουντάς]

Ο κύριος Δημήτρης ήταν ιδιοκτήτης Μουσείου στο χωριό. Ότι σαβούρα ήθελες θα την εύρισκες εκεί. Ο στόλος του ήτανε τα άλογα. Από το πρωί μέχρι το βράδυ πήγαινε και ερχότανε. Που? Αυτός μόνον ήξερε. Δύο ώρες έκανε για να περάσει το χωριό.

Το καλοκαίρι έκανε και τα μπάνια του. Πήγαινε στην Αλυκή. Μπαίνανε όλοι μέσα, ο Μήτσος και τα άλογα. Έχει μείνει η φράση. Τα μπάνια του Καραίσκο. Σε μία μέρα έκανε δέκα [10] μπάνια. Έμπαινε και έβγαινε δέκα [10] φορές, άρα δέκα [10] μπάνια.

Ο Γιάννης ο Ρούτης.

Ο φόβος και ο τρόμος των μικρών. Φάε γιατί θα έρθει ο Γιάννης ο Ρούτης. 

Ο Κίτσος ο Τζάλιος [Χρήστος Γεωργίου]

Ο μπάρμπα Χρήστος ήταν ο άρχοντας των τσοπαναραίων [κτηνοτρόφων].

Ξεκινούσε από τα μαντριά μ δέκα μυζήθρες στο ταγάρι  αλλά στο σπίτι πήγαινε με πέντε. Οι υπόλοιπες είχανε δοθεί σε θαυμάστριες του

Σε ένα δικαστήριο ο πρόεδρος τον ρώτησε. Κύριε Χρήστο, έχω μάθει ότι πηγαίνεις με ξένες γυναίκες. Και εκείνος απάντησε. Όχι κύριε πρόεδρε, μόνο με ντόπιες

Η Μήτσιλια.

Το όνομα από τον άντρα της, τον Μήτσο τον Καστάνη. Γαμπρό είχε τον Λιάμο τον Μιγκλή [Ταγματάρχης]. Πανέξυπνη γυναίκα. Έζησε 103 χρόνια. Ήτανε γειτόνισσα μου και την ήξερα. Ξεχωριστή γυναίκα. 

Ο Μήτσος ο Ψίλος [Δημήτριος Δημητρίου]

Χαρακτηριστικός άνθρωπος. Πεπραγμένα και ιστορίες ανέκδοτες. Για πληροφορίες ο Λουκάς Τσάλιος [Γεωργίου]

Για τον αγαπητό μου Δημητράκη και γείτονα μου τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.

Οι μουγκοί του χωριού μας. Παναγιώτης και Χαρίλης.

Τους έλειπε μόνο το στόμα. Εργατικοί, πανέξυπνοι και χρυσοί άνθρωποι.

Δεν έκαναν οικογένεια. Κρίμα. Ο μακαρίτης ο Χαρίλης είχε και άσχημο θάνατο.

Κιούσης Χρήστος και Μπελεσάκος Αργύριος.

Έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα. Δεν έχω συναντήσει ανθρώπους σαν αυτούς, με τέτοια μνήμη.

Ο Χρήστος ήξερε ημερομηνίες και καιρικές συνθήκες. Ημέρες θανάτου όλων των συγχωριανών. Όλα τα τηλέφωνα του χωριού απ’ έξω και πολλά άλλα.

Ο Αργύρης [θείος μου], ονόματα, ημερομηνίες, καταγωγή. Κατάσταση όλων όσων γνώριζε. [αξιωματικούς-στρατιώτες-ξένους και άλλα] κινητές βιβλιοθήκες και οι δύο. Σήμερα λέγεται Βικιπαιδεία].

Εγώ τους έχω χαρακτηρίσει, τον Χρήστο ο επί των εσωτερικών και ο Αργύρης των εξωτερικών.

Θωμάς Νάκος.

Ο μπάρμπα Θωμάς ήτανε ο πρώτος ιδιοκτήτης φορτηγού [το όνομα αυτού Μαρικάκη] στο χωριό, μαζί με τον Νικολάκη Κατσαρό.

Οξύθυμος. Ως στρατιώτης υπηρέτησε στη Μικρά Ασία [ως καφετζής και μάχιμος στρατιώτης] στην μονάδα του Πλαστήρα.

Γνωστό και γαιδούρι του. Κάποιος έγραψε με στάχτη, στην κοιλιά του γαιδάρου την λέξη ΠΑΣΟΚ. Ο μπάρμπα Θωμάς το κτυπούσε όλη μέρα με ένα ξύλο λέγοντας: “Έγινες και εσύ ΠΑΣΟΚ όπως ο Γιάννης ο Μηλιώτης?

Ο Τσάμπης  [Ηλίας Φουντάς].

Είχε εννέα [9] παιδιά]. Πανέξυπνος, ετοιμόλογος. Φτωχός αλλά τίμιος. Έφτιαχνε [έπλεκε]νκοφίνια από καλάμι. Το στέκι του ήτανε μπροστά στο καφενείο του Γιακέτα.

Ο Σπάτας –Δημήτριος Σπάτας].

Ο μπάρμπα Μήτσος ο Σπάτας ήταν χωρατατζής. Φτωχός όπως οι πιο πολλοί στο χωριό. Τον θυμάμαι να βόσκει μια γίδα στην Αγία Παρασκευή. Ένα βράδυ πήγε σπίτι για φαγητό. Ρωτάει. Τι φαγητό έχουμε? Μακαρούντε [μακαρόνια] του λένε. Με τι? Ρωτάει ο μπάρμπα Μήτσος. Σκέτα του λένε. Α, φάτε εσείς, λέει, γιατί δεν είμαι και καλά. Με πονάει η κοιλιά.

Σωτήριος Χαρογιάννης (Ο πρεσβύτερος) 

Ο μπάρμπα Σωτήρης ήτανε τσοπάνος με έδρα επιχειρήσεων (στρούγκα) την Ρηγανιά. Ήτανε ο άρχοντας της Ρηγανιας. Όπως λέμε σήμερα Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών. Άνθρωπος πράος, απαλός. Έζησε τα πιο πολλά χρόνια της ζωής του στην Ρηγανιά

Του άρεσε πολύ ο χαλβάς και το ψωμί φαρίνα. Αυτά ζητούσε όταν πήγαινε ο γιος του ο Λουκάς στην Λειβαδιά.

Ο Θύμιος ο Τάτσης (Ευθύμιος Κακοσαίος).

Το σήμα κατατεθέν του χωριού μας. Ο ντελάλης του χωριού. Ανέβαινε πάνω στην δεξαμενή και φώναζε. Αγκικιουνι κατουναρ. Καν σιελ πισκ. Ακούστε χωριανοί, έχουνε φέρει ψάρια.

Τον μπάρμπα Αντρικό τον Τσάλιο, τον μάγειρα τον είχε νουνό αλλά και μακρινό κουμπάρο. Για λόγους συντομίας τον έλεγε Κουμπαρονουν. Όταν ο Θύμιος έφυγε από το χωριό και πήγε στην Αγόριανη, το χωριό έμεινε ορφανός. Έχασε την φωνή του.

Βρήκε άσχημο θάνατο. Τον σκότωσε αυτοκίνητο στην Αγόριανη (Αγία Παρασκευή). 

Ο Λεξαντρης. (Δημητριος Δημητρίου).

Ο μπάρμπα Μήτσος είχε μια αδυναμία η αγάπη, το ίδιο κάνει. Τα ψάρια του άρεσαν πολύ. Ήξερε τι ψάρι είναι το κάθε ένα καλύτερα από τους ψαράδες. Και τα κοκορέτσια του άρεσαν. Όταν πήγαιναν στο Τιμολεο, μαζί με τον πεθερό μου, για κοκορέτσια, γυρναγε το πιάτο γύρω, γύρω για να είναι τα μεγαλύτερα στην μεριά του. 

Χαράλαμπος Μηλιώτης.

Ο μπάρμπα Κόσμος, όπως λέει και ο γιος του ο Γιάννης, νερό ήπιε λίγο πριν πεθάνει. Τι έπινε; Κρασί, χωρίς όμως να είναι μέθυσος. Τον μνημονεύω εδώ όχι για αυτό αλλά για τον άλλο λόγο που ο ίδιος μου είχε πει. Πολέμησε στην Μικρά Ασία, πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους (τσετηδες), τον δείρανε αλλά έζησε και γύρισε πίσω. 

Στο όνομα του θέλω να ευχαριστήσω όλους τους χωριανούς μου που πολέμησαν για τα ιερά και όσια αυτού του τόπου. Αυτούς που δεν γύρισαν πίσω και σε αυτούς που γύρισαν.

Σε όλους τους ήρωες μας που πολέμησαν στην Μακεδονία, στην Ήπειρο, σε αυτούς που έδωσαν το παρόν στην Μικρά Ασία, στην Κριμαία και στον εμφύλιο. Αιώνια η μνήμη τους. ΑΘΑΝΑΤΟΙ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου