Οι Κιούσηδες ήταν μαστόροι εργάτες (λασπάδες ή πελεκάνοι) της πέτρας και κατασκεύαζαν, κυρίως, γεφύρια αλλά και καλντερίμια. Αυτά τα έργα ήταν κοινωφελή και σαν εργάτες έβαζαν και φυλακισμένους. Για να ξεχωρίζουν οι φυλακισμένοι από τους άλλους εργάτες τους κούρευαν τα μαλλιά και έτσι μεταφορικά Κιούσης, εκτός από του κτίστη, λέγεται και ο κοντοκουρεμένος, αλλά λανθασμένα σήμερα και ο φαλακρός.
Ραχούτης: Ραχ στα αρβανίτικα σημαίνει βαράω, δέρνω ή βαρώ. Αν τώρα προσθέσουμε και το ούτι που είναι ανατολίτικο, έγχορδο τότε παίρνουμε το ραχούτι, το οποίο μαζί με το τελικό ”ς” για την κατάληξη , δίνει το ραχούτης που είναι αυτός που βαράει, χτυπάει, παίζει το ούτι.
Όταν στα αρβανίτικα θέλουμε να πούμε ότι κάποιος παίζει ένα όργανο, θα πούμε ότι “βαράει” το συγκεκριμένο όργανο. ό,τι και αν είναι αυτό, έγχορδο ή πνευστό.
Ρούτης:Ρούτε είναι το πανί, το κομμάτι πανί, ή καλύτερα το ευτελές κουρέλι. Ρούτης είναι αυτός που ασχολείται με αυτό, δηλαδή, ο σχετικός με τα κουρέλια, όχι, όμως, ο ρακένδυτος.
Σχόλιο: Μόι γειτόνε μος κε ν΄ρούτε ψε ντούα τ΄αρνόν ποδέν; (Μωρή γειτόνισσα μήπως σου βρίσκεται κανένα κομμάτι πανί γιατί θέλω να μπαλώσω την ποδιά μου;
Ολόκληρο το βιβλίο μπορείτe να το διαβάσετε πατώντας στο παρακάτω link
http://www.batsioulas.gr/documents/arvanitika_eponyma-sample.pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου